Αντιθρομβίνη-ΙΙΙ-.jpg

1) Τι είναι η Αντιθρομβίνη ΙΙΙ (ATIII);

Key Takeaway: Η Αντιθρομβίνη ΙΙΙ είναι μία φυσική «αντιπηκτική» πρωτεΐνη του αίματος που αναστέλλει τη δράση της θρομβίνης και άλλων παραγόντων πήξης. Χαμηλά επίπεδα αυξάνουν τον κίνδυνο θρόμβωσης.

Η Αντιθρομβίνη ΙΙΙ (ATIII) είναι μία πρωτεΐνη που παράγεται κυρίως στο ήπαρ και κυκλοφορεί στο πλάσμα.
Ανήκει στους φυσικούς αναστολείς της πήξης και λειτουργεί σαν «φρένο» για την υπερβολική ενεργοποίηση του μηχανισμού πήξης.
Αναστέλλει τη θρομβίνη (παράγοντας IIa) και τους παράγοντες Xa, IXa, XIa και XIIa, με αποτέλεσμα να περιορίζεται η δημιουργία θρόμβου.

Η δράση της ενισχύεται σημαντικά από την ηπαρίνη· γι’ αυτό η μέτρηση της Αντιθρομβίνης ΙΙΙ έχει σημασία και για την παρακολούθηση της ηπαρινικής θεραπείας.
Ανεπάρκεια (κληρονομική ή επίκτητη) της Αντιθρομβίνης ΙΙΙ οδηγεί σε αυξημένη προδιάθεση για θρομβώσεις.

Παράδειγμα: Νέος ενήλικας με ανεξήγητη φλεβική θρόμβωση υποβάλλεται σε έλεγχο θρομβοφιλίας. Η ανεπάρκεια Αντιθρομβίνης ΙΙΙ διαπιστώνεται και οδηγεί σε εξατομικευμένη αντιπηκτική αγωγή.

Η γνώση των επιπέδων Αντιθρομβίνης ΙΙΙ είναι σημαντική για τη διάγνωση θρομβοφιλικών καταστάσεων, την παρακολούθηση αντιπηκτικής αγωγής και την πρόληψη επιπλοκών σε υψηλού κινδύνου άτομα.

2) Ρόλος & Λειτουργία στο Σύστημα Πήξης

Σημαντικό: Η Αντιθρομβίνη ΙΙΙ είναι ο βασικός φυσικός αναστολέας της θρομβίνης και των παραγόντων Xa, IXa, XIa και XIIa. Η δράση της ενισχύεται από την ηπαρίνη έως και 1000 φορές.

Το σύστημα πήξης του αίματος βασίζεται σε μία σειρά ενζυμικών αντιδράσεων που ενεργοποιούν διαδοχικά τους παράγοντες πήξης.
Η Αντιθρομβίνη ΙΙΙ δρα ως «φρένο» σε αυτόν τον καταρράκτη, προσκολλώμενη στους ενεργοποιημένους παράγοντες πήξης και αδρανοποιώντας τους.

Βασικοί μηχανισμοί δράσης

  • Αναστολή θρομβίνης (Factor IIa): Εμποδίζει τη μετατροπή ινωδογόνου σε ινώδες, περιορίζοντας τη δημιουργία θρόμβου.
  • Αναστολή Factor Xa: Σημαντικός κόμβος της πήξης – η ATIII μειώνει δραστικά τη δράση του.
  • Συνεργασία με την ηπαρίνη: Η ATIII αλλάζει διαμόρφωση με την ηπαρίνη και αυξάνει κατακόρυφα την ανασταλτική της ικανότητα.
  • Συνδυασμός με Πρωτεΐνη C & Πρωτεΐνη S: Μαζί αποτελούν το βασικό φυσικό αντιπηκτικό σύστημα του οργανισμού.

Συμβουλή: Η μέτρηση της Αντιθρομβίνης ΙΙΙ είναι χρήσιμη όχι μόνο στον έλεγχο θρομβοφιλίας, αλλά και όταν η ανταπόκριση στην ηπαρίνη είναι χαμηλή (heparin resistance).

Έτσι, η Αντιθρομβίνη ΙΙΙ αποτελεί κρίσιμο στοιχείο για την ισορροπία μεταξύ πήξης και αντιπήξης.
Η ανεπάρκειά της, κληρονομική ή επίκτητη, οδηγεί σε αυξημένο κίνδυνο θρομβώσεων.

3) Χαμηλή Αντιθρομβίνη ΙΙΙ – Αίτια & Κίνδυνοι

Σημαντικό: Η ανεπάρκεια Αντιθρομβίνης ΙΙΙ μπορεί να είναι κληρονομική ή επίκτητη. Και στις δύο περιπτώσεις αυξάνει σημαντικά τον κίνδυνο φλεβικών θρομβώσεων.

Χαμηλά επίπεδα Αντιθρομβίνης ΙΙΙ σημαίνουν ότι το «φρένο» της πήξης δεν λειτουργεί σωστά.
Αυτό οδηγεί σε θρομβοφιλία – δηλαδή αυξημένη προδιάθεση για δημιουργία θρόμβων.

Αίτια Χαμηλής Αντιθρομβίνης ΙΙΙ

Α. Κληρονομική Ανεπάρκεια (Hereditary ATIII deficiency)

  • Σπάνια αλλά σοβαρή. Μεταβιβάζεται με αυτοσωμικό επικρατούντα χαρακτήρα.
  • Μειωμένη παραγωγή ή μη λειτουργική μορφή της πρωτεΐνης.
  • Συνήθως εκδηλώνεται με θρόμβωση σε νεαρή ηλικία (<40 έτη).

Β. Επίκτητη Ανεπάρκεια

  • Ηπατική νόσος (μειωμένη σύνθεση).
  • Νεφρωσικό σύνδρομο (απώλεια πρωτεϊνών στα ούρα).
  • Κατανάλωση σε διάχυτη ενδοαγγειακή πήξη (DIC).
  • Μεγάλη χειρουργική επέμβαση, τραύμα, σήψη.
  • Χρόνια θεραπεία με ηπαρίνη (heparin-induced ATIII depletion).

Κίνδυνοι από Χαμηλή Αντιθρομβίνη ΙΙΙ

  • Φλεβική θρομβοεμβολή: Εν τω βάθει φλεβική θρόμβωση (DVT), πνευμονική εμβολή.
  • Θρομβώσεις σε ασυνήθιστες θέσεις: Ηπατικές φλέβες (σύνδρομο Budd–Chiari), εγκεφαλικές φλέβες.
  • Επιπλοκές στην εγκυμοσύνη: Αποβολές, προεκλαμψία, αποκόλληση πλακούντα.
  • Αντίσταση στην ηπαρίνη: Μειωμένη ανταπόκριση στη θεραπεία με ηπαρίνη.

Συμβουλή: Αν έχετε ιστορικό ανεξήγητης θρόμβωσης σε νεαρή ηλικία, ενημερώστε τον γιατρό σας για έλεγχο Αντιθρομβίνης ΙΙΙ και άλλων παραγόντων θρομβοφιλίας.

Η διάκριση μεταξύ κληρονομικής και επίκτητης ανεπάρκειας είναι κρίσιμη, γιατί επηρεάζει τη στρατηγική πρόληψης και θεραπείας.

4) Εξέταση Αντιθρομβίνης ΙΙΙ (ATIII) στο Αίμα

Σημαντικό: Η μέτρηση της Αντιθρομβίνης ΙΙΙ είναι βασικό μέρος του ελέγχου θρομβοφιλίας. Δεν απαιτεί νηστεία, αλλά καλό είναι να ενημερώνετε για φάρμακα που λαμβάνετε.

Η εξέταση Αντιθρομβίνης ΙΙΙ (ATIII) γίνεται με αιμοληψία και μέτρηση στο πλάσμα του αίματος.
Υπάρχουν δύο τύποι τεστ:

Τύποι Εξέτασης Αντιθρομβίνης ΙΙΙ

  • Λειτουργική Δραστικότητα (Activity): Μετράει πόσο καλά λειτουργεί η Αντιθρομβίνη ΙΙΙ στην αναστολή της θρομβίνης και του Factor Xa.
  • Συγκέντρωση (Antigen): Μετράει τα επίπεδα της πρωτεΐνης ανεξαρτήτως λειτουργικότητας.

Συνήθως πρώτα γίνεται η λειτουργική δοκιμή· αν είναι χαμηλή, ακολουθεί η μέτρηση συγκέντρωσης για να διακριθεί αν υπάρχει ποσοτική ή ποιοτική ανεπάρκεια.

ΕξέτασηΣκοπόςΔείγμαΑπαιτεί νηστεία
ATIII ActivityΛειτουργική ικανότητα Αντιθρομβίνης ΙΙΙΑίμα (κιτρικό πλάσμα)Όχι
ATIII AntigenΣυγκέντρωση Αντιθρομβίνης ΙΙΙΑίμα (κιτρικό πλάσμα)Όχι

Πότε συνιστάται

  • Ανεξήγητη θρόμβωση σε νεαρή ηλικία (<50 έτη).
  • Επαναλαμβανόμενες αποβολές ή επιπλοκές εγκυμοσύνης.
  • Αντίσταση στην ηπαρίνη (heparin resistance).
  • Οικογενειακό ιστορικό θρομβοφιλίας.

Συμβουλή: Αν πρόκειται να ξεκινήσετε αντιπηκτική αγωγή, καλό είναι να γίνει πρώτα ο έλεγχος Αντιθρομβίνης ΙΙΙ ώστε να γνωρίζει ο γιατρός σας το πλήρες προφίλ θρομβοφιλίας σας.

Η σωστή ερμηνεία της εξέτασης απαιτεί εξειδικευμένο ιατρό (αιματολόγο) για να εκτιμήσει τον κίνδυνο θρόμβωσης και να καθορίσει την κατάλληλη πρόληψη ή θεραπεία.

5) Θεραπευτική Αντιμετώπιση / Συμπλήρωμα Αντιθρομβίνης

Σημαντικό: Η ανεπάρκεια Αντιθρομβίνης ΙΙΙ δεν απαιτεί πάντα μόνιμη αγωγή. Η αντιμετώπιση εξατομικεύεται ανάλογα με το ιστορικό θρόμβωσης, το είδος της ανεπάρκειας και τις καταστάσεις υψηλού κινδύνου (χειρουργείο, εγκυμοσύνη).

Ο στόχος της θεραπείας είναι να μειωθεί ο κίνδυνος θρόμβωσης και να αντιμετωπιστούν οι οξείες καταστάσεις.
Η στρατηγική περιλαμβάνει:

Α. Γενικές Στρατηγικές

  • Προληπτικά μέτρα: Αποφυγή παρατεταμένης ακινησίας, διατήρηση φυσιολογικού βάρους, διακοπή καπνίσματος.
  • Αποφυγή φαρμάκων που αυξάνουν τον κίνδυνο: Αντισυλληπτικά χάπια, ορμονική θεραπεία υποκατάστασης (μόνο με ιατρική έγκριση).

Β. Αντιπηκτική Αγωγή

  • Ηπαρίνη χαμηλού μοριακού βάρους (LMWH): Συχνά χορηγείται σε περιόδους υψηλού κινδύνου (χειρουργείο, εγκυμοσύνη, μεγάλα ταξίδια).
  • Από του στόματος αντιπηκτικά (βαρφαρίνη, DOACs): Για δευτερογενή πρόληψη μετά από θρόμβωση. Παρακολούθηση INR/δοσολογίας από ιατρό.

Γ. Συμπλήρωμα / Συμπύκνωμα Αντιθρομβίνης ΙΙΙ

  • Υπάρχει ειδικό ανθρώπινο συμπύκνωμα Αντιθρομβίνης ΙΙΙ που χορηγείται ενδοφλεβίως σε ειδικές περιπτώσεις.
  • Ενδείκνυται σε σοβαρή συγγενή ανεπάρκεια ή όταν χρειάζεται χειρουργείο, τοκετός, ή υπάρχει ανθεκτικότητα στην ηπαρίνη.
  • Η δόση εξατομικεύεται με βάση τα επίπεδα ATIII στο πλάσμα και τον τύπο επέμβασης.

Συμβουλή: Αν γνωρίζετε ότι έχετε χαμηλή Αντιθρομβίνη ΙΙΙ, ενημερώστε έγκαιρα τον αιματολόγο σας πριν από χειρουργείο, εγκυμοσύνη ή μεγάλα ταξίδια. Μπορεί να σας προταθεί προσωρινή προφυλακτική αγωγή ή χορήγηση συμπυκνώματος.

Η έγκαιρη και σωστή αντιμετώπιση μειώνει σημαντικά τον κίνδυνο σοβαρών επιπλοκών και επιτρέπει ασφαλέστερη κύηση, χειρουργείο και καθημερινότητα.

6) Αντιθρομβίνη ΙΙΙ & Εγκυμοσύνη

Σημαντικό: Η εγκυμοσύνη είναι από μόνη της κατάσταση υπερπηκτικότητας. Οι γυναίκες με χαμηλή Αντιθρομβίνη ΙΙΙ έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο θρομβώσεων και μαιευτικών επιπλοκών και χρειάζονται εξατομικευμένη παρακολούθηση.

Η Αντιθρομβίνη ΙΙΙ παίζει βασικό ρόλο στη διατήρηση της ισορροπίας πήξης κατά την κύηση.
Η ανεπάρκειά της μπορεί να οδηγήσει σε:

Πιθανές επιπλοκές

  • Αυξημένος κίνδυνος εν τω βάθει φλεβικής θρόμβωσης (DVT) κατά την κύηση ή στη λοχεία.
  • Επαναλαμβανόμενες αποβολές ή ενδομήτριος θάνατος εμβρύου.
  • Προεκλαμψία / υπέρταση κύησης.
  • Καθυστέρηση ανάπτυξης εμβρύου (IUGR).
  • Αποκόλληση πλακούντα σε σοβαρές περιπτώσεις.

Παρακολούθηση & Θεραπευτική Προσέγγιση

  • Συνεργασία αιματολόγου και γυναικολόγου για εξατομικευμένο πλάνο.
  • Συχνά συνιστάται προληπτική αγωγή με ηπαρίνη χαμηλού μοριακού βάρους (LMWH) καθ’ όλη τη διάρκεια της κύησης και για 6 εβδομάδες μετά τον τοκετό.
  • Σε σοβαρή συγγενή ανεπάρκεια μπορεί να χρειαστεί χορήγηση συμπυκνώματος Αντιθρομβίνης ΙΙΙ σε κρίσιμες φάσεις (π.χ. τοκετός, χειρουργείο).
  • Αποφυγή παρατεταμένης ακινησίας και χρήση ελαστικών καλτσών συμπίεσης.

Συμβουλή: Αν γνωρίζετε ότι έχετε χαμηλή Αντιθρομβίνη ΙΙΙ, ενημερώστε έγκαιρα τον γυναικολόγο σας πριν τη σύλληψη ή στις πρώτες εβδομάδες κύησης. Έτσι μπορεί να σχεδιαστεί σωστή προφύλαξη και να μειωθεί ο κίνδυνος επιπλοκών.

Η έγκαιρη διάγνωση και η σωστή προληπτική αγωγή επιτρέπουν στις γυναίκες με ανεπάρκεια Αντιθρομβίνης ΙΙΙ να έχουν μια ασφαλή κύηση και τοκετό.

7) Πρόληψη & Συμβουλές Τρόπου Ζωής

Σημαντικό: Η κληρονομική ανεπάρκεια Αντιθρομβίνης ΙΙΙ δεν μπορεί να προληφθεί, αλλά μπορείτε να μειώσετε σημαντικά τον κίνδυνο θρόμβωσης με υγιεινές συνήθειες και σωστή ιατρική παρακολούθηση.

Η πρόληψη επικεντρώνεται στη μείωση των επιπρόσθετων παραγόντων κινδύνου που μπορούν να επιδεινώσουν την προδιάθεση για θρόμβωση.

Καθημερινές Συνήθειες

  • Κινηθείτε τακτικά: Αποφύγετε την παρατεταμένη ακινησία. Σηκωθείτε και περπατήστε σε μεγάλα ταξίδια ή δουλειά γραφείου.
  • Διατηρήστε υγιές βάρος: Η παχυσαρκία αυξάνει τον κίνδυνο θρομβώσεων.
  • Διακόψτε το κάπνισμα: Σε συνδυασμό με ανεπάρκεια ATIII αυξάνει δραματικά τον κίνδυνο θρόμβωσης.
  • Ενυδατωθείτε επαρκώς: Ιδιαίτερα σε ταξίδια ή ζεστό καιρό.
  • Άσκηση μέτριας έντασης: Βελτιώνει την κυκλοφορία και μειώνει τον κίνδυνο φλεβικής στάσης.

Σε Καταστάσεις Υψηλού Κινδύνου

  • Ενημερώστε τον γιατρό σας πριν ξεκινήσετε αντισυλληπτικά ή ορμονική θεραπεία.
  • Χρησιμοποιήστε ελαστικές κάλτσες συμπίεσης σε μεγάλες πτήσεις ή μετά από χειρουργείο.
  • Συζητήστε για πιθανή προφυλακτική αγωγή με ηπαρίνη χαμηλού μοριακού βάρους (LMWH) σε εγκυμοσύνη, μείζον χειρουργείο ή παρατεταμένη ακινησία.

Συμβουλή: Αν έχετε διαγνωστεί με χαμηλή Αντιθρομβίνη ΙΙΙ, να έχετε μαζί σας κάρτα ή σημείωση με αυτή την πληροφορία, ώστε σε επείγουσα κατάσταση οι γιατροί να γνωρίζουν τον κίνδυνό σας και να σας προφυλάξουν σωστά.

Με σωστή ενημέρωση, πρόληψη και συνεργασία με τον ιατρό σας, μπορείτε να μειώσετε σημαντικά τον κίνδυνο επιπλοκών από την ανεπάρκεια Αντιθρομβίνης ΙΙΙ.

8) Συχνές Ερωτήσεις (FAQ)

Χρειάζεται νηστεία για την εξέταση Αντιθρομβίνης ΙΙΙ;

Όχι, η εξέταση δεν απαιτεί νηστεία. Ωστόσο είναι σημαντικό να ενημερώνετε το εργαστήριο για τυχόν φάρμακα (ιδίως αντιπηκτικά ή ηπαρίνη) που λαμβάνετε, καθώς μπορεί να επηρεάσουν τα αποτελέσματα.

Ποια είναι τα φυσιολογικά επίπεδα Αντιθρομβίνης ΙΙΙ;

Στους περισσότερους ενήλικες τα φυσιολογικά επίπεδα κυμαίνονται περίπου στο 80–120% της δραστικότητας (ανάλογα με τη μέθοδο του εργαστηρίου). Ο αιματολόγος ερμηνεύει τα αποτελέσματα σύμφωνα με την κλινική σας εικόνα.

Τι σημαίνει χαμηλή Αντιθρομβίνη ΙΙΙ;

Δείχνει μειωμένη ικανότητα του οργανισμού να αναστέλλει τη θρομβίνη. Μπορεί να είναι κληρονομική ανεπάρκεια ή επίκτητη (ηπατική νόσος, νεφρωσικό σύνδρομο, DIC, θεραπεία με ηπαρίνη). Συζητήστε με τον γιατρό σας για περαιτέρω έλεγχο.

Πότε συνιστάται έλεγχος Αντιθρομβίνης ΙΙΙ;

Όταν υπάρχει ανεξήγητη θρόμβωση σε νεαρή ηλικία, οικογενειακό ιστορικό θρομβοφιλίας, επαναλαμβανόμενες αποβολές ή υποψία αντίστασης στην ηπαρίνη.

Μπορεί η εγκυμοσύνη να επηρεάσει τα επίπεδα Αντιθρομβίνης ΙΙΙ;

Ναι. Στην εγκυμοσύνη υπάρχει φυσιολογική υπερπηκτικότητα και τα επίπεδα ATIII μπορεί να μειωθούν ελαφρά. Σε γυναίκες με ανεπάρκεια, αυτό αυξάνει τον κίνδυνο θρόμβωσης και επιπλοκών.

Τι είναι η αντίσταση στην ηπαρίνη;

Η ηπαρίνη χρειάζεται την Αντιθρομβίνη ΙΙΙ για να δράσει. Όταν τα επίπεδα ATIII είναι χαμηλά, η ηπαρίνη έχει μικρότερη αποτελεσματικότητα και μπορεί να χρειαστεί συμπλήρωμα ATIII ή αλλαγή θεραπείας.

Πρέπει να παίρνω μόνιμα αντιπηκτικά αν έχω χαμηλή Αντιθρομβίνη ΙΙΙ;

Όχι πάντα. Η αντιπηκτική αγωγή συνιστάται μετά από επεισόδιο θρόμβωσης ή σε περιόδους υψηλού κινδύνου. Η απόφαση λαμβάνεται εξατομικευμένα από αιματολόγο.

Μπορώ να μειώσω τον κίνδυνο θρόμβωσης με αλλαγές στον τρόπο ζωής;

Ναι. Η διακοπή καπνίσματος, η τακτική άσκηση, η ενυδάτωση, η διατήρηση φυσιολογικού βάρους και η αποφυγή παρατεταμένης ακινησίας μειώνουν σημαντικά τον κίνδυνο. Σε περιόδους υψηλού κινδύνου μπορεί να χρειάζεται και προφυλακτική αγωγή.

🩸 Κάντε τώρα τον έλεγχο Αντιθρομβίνης ΙΙΙ

Στο Μικροβιολογικό Εργαστήριο Λαμίας πραγματοποιούμε αξιόπιστα τον έλεγχο Αντιθρομβίνης ΙΙΙ (ATIII) και πλήρη έλεγχο θρομβοφιλίας.


📅 Κλείστε Ραντεβού


🧪 Δείτε Όλες τις Εξετάσεις

☎️ Τηλέφωνο: +30 22310 66841
🕒 Ώρες λειτουργίας: Δευτέρα – Παρασκευή 07:00–13:30


Αντιθρομβίνη-ΙΙΙ-.jpg

1) Τι είναι η Αντιθρομβίνη ΙΙΙ;

Η Αντιθρομβίνη ΙΙΙ (AT III) είναι μία πρωτεΐνη του πλάσματος που παράγεται κυρίως στο ήπαρ και αποτελεί βασικό αναστολέα του συστήματος πήξης. Ανήκει στις σερίνες-αναστολείς (serpins) και δρα ως φυσικός αντιπηκτικός παράγοντας.

Ο ρόλος της είναι να εξουδετερώνει την ενεργοποιημένη θρομβίνη και άλλα ένζυμα της πήξης (παράγοντες IXa, Xa, XIa, XIIa), εμποδίζοντας τη δημιουργία θρόμβων. Η δράση της ενισχύεται πολλαπλάσια από την ηπαρίνη, γι’ αυτό η φυσιολογική αντιθρομβίνη είναι απαραίτητη για την αποτελεσματικότητα της θεραπείας με ηπαρίνη.

  • Ονομασία: Αντιθρομβίνη ΙΙΙ (AT III) – γνωστή και ως Antithrombin ή AT-III.
  • Τι είναι: Φυσικός αντιπηκτικός παράγοντας του πλάσματος.
  • Παραγωγή: Ήπαρ (κυρίως), σε μικρότερο βαθμό ενδοθήλιο.
  • Λειτουργία: Αναστέλλει θρομβίνη & παράγοντες πήξης IXa, Xa, XIa, XIIa.
  • Σχέση με ηπαρίνη: Η ηπαρίνη ενισχύει 1000 φορές τη δράση της AT III· απαραίτητη για την αντιπηκτική δράση.

Η έλλειψη αντιθρομβίνης ΙΙΙ (κληρονομική ή επίκτητη) οδηγεί σε αυξημένο κίνδυνο θρομβώσεων (φλεβική θρομβοεμβολή, πνευμονική εμβολή) και μειωμένη ανταπόκριση στην ηπαρίνη. Η μέτρηση των επιπέδων AT III στο αίμα βοηθά στη διάγνωση αυτής της διαταραχής και στην καθοδήγηση της αντιπηκτικής θεραπείας.

2) Γιατί ζητείται / Πότε χρειάζεται η εξέταση Αντιθρομβίνης ΙΙΙ;

Η εξέταση Αντιθρομβίνης ΙΙΙ (AT III) χρησιμοποιείται για να αξιολογηθεί η λειτουργία του φυσικού αντιπηκτικού συστήματος του οργανισμού και να ανιχνευθεί έλλειψη της AT III, η οποία αυξάνει τον κίνδυνο φλεβικών θρομβώσεων.

  • Διερεύνηση θρομβοφιλίας: Ζητείται όταν ένας ασθενής παρουσιάζει φλεβική θρόμβωση ή πνευμονική εμβολή χωρίς εμφανή αιτία, ιδίως σε νεαρή ηλικία.
  • Οικογενειακό ιστορικό: Σε άτομα με συγγενείς που είχαν θρομβώσεις σε μικρή ηλικία, η εξέταση βοηθά στον εντοπισμό κληρονομικής ανεπάρκειας αντιθρομβίνης.
  • Αντίσταση στην ηπαρίνη: Αν ένας ασθενής που λαμβάνει ηπαρίνη δεν εμφανίζει την αναμενόμενη παράταση του aPTT ή του αντι-Χα επιπέδου, μπορεί να υπάρχει ανεπάρκεια AT III. Η μέτρηση καθοδηγεί τη θεραπεία.
  • Κατάσταση υπερπηκτικότητας: Η εξέταση είναι μέρος του προφίλ θρομβοφιλίας μαζί με πρωτεΐνη C, πρωτεΐνη S, παράγοντα V Leiden, προθρομβίνη G20210A κ.ά.
  • Ανεξήγητες αποβολές ή επιπλοκές κύησης: Στις γυναίκες μπορεί να ζητηθεί για διερεύνηση θρομβοφιλίας όταν υπάρχουν καθ’ έξιν αποβολές ή επιπλοκές πλακούντα.
  • Κατάσταση οξείας νόσου: Επίκτητη μείωση της AT III παρατηρείται σε σηπτικό shock, εκτεταμένη κατανάλωση παραγόντων πήξης (DIC), ηπατική ανεπάρκεια, νεφρωσικό σύνδρομο. Η εξέταση βοηθά στην παρακολούθηση.
  • Πριν από μεγάλη χειρουργική επέμβαση: Σε ασθενείς με ιστορικό θρομβώσεων, η εξέταση μπορεί να καθοδηγήσει προληπτική αντιπηκτική αγωγή.

Συνολικά, η μέτρηση της Αντιθρομβίνης ΙΙΙ είναι πολύτιμη για την διάγνωση θρομβοφιλίας, την παρακολούθηση αντιπηκτικής θεραπείας και την εκτίμηση κινδύνου επιπλοκών σε ειδικές καταστάσεις όπως εγκυμοσύνη, σοβαρές λοιμώξεις ή χειρουργείο.

3) Προετοιμασία πριν την εξέταση Αντιθρομβίνης ΙΙΙ

Η μέτρηση της Αντιθρομβίνης ΙΙΙ (AT III) γίνεται σε δείγμα πλάσματος αίματος που λαμβάνεται από φλέβα. Η σωστή προετοιμασία βοηθά ώστε το αποτέλεσμα να είναι αξιόπιστο και αντιπροσωπευτικό της πραγματικής κατάστασης του οργανισμού.

  • Νηστεία: Δεν απαιτείται αυστηρή νηστεία· συνιστάται όμως να αποφύγετε λιπαρά γεύματα, καφεΐνη και αλκοόλ τις προηγούμενες 8–12 ώρες.
  • Φάρμακα: Ενημερώστε το εργαστήριο για τυχόν φάρμακα που λαμβάνετε, ιδιαίτερα αντιπηκτικά (ηπαρίνη, ηπαρίνες χαμηλού μοριακού βάρους), από του στόματος αντιπηκτικά (βαρφαρίνη), αντισυλληπτικά, ορμόνες ή σκευάσματα που επηρεάζουν την πήξη. Σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να χρειαστεί διακοπή ή αναβολή λήψης πριν την εξέταση μετά από οδηγία γιατρού.
  • Οξεία φάση νόσου: Σε σηπτικό shock, DIC, ηπατική ανεπάρκεια, νεφρωσικό σύνδρομο τα επίπεδα AT III μπορεί να είναι χαμηλά παροδικά. Αν είναι δυνατό, προγραμματίστε την εξέταση όταν η οξεία κατάσταση έχει υποχωρήσει.
  • Εγκυμοσύνη: Τα φυσιολογικά επίπεδα μπορεί να μεταβάλλονται. Ενημερώστε το εργαστήριο εάν είστε έγκυος ή σχεδιάζετε εγκυμοσύνη.
  • Συνδυασμός εξετάσεων: Η AT III συνήθως ελέγχεται μαζί με πρωτεΐνη C, πρωτεΐνη S, παράγοντα V Leiden, προθρομβίνη G20210A και άλλους δείκτες θρομβοφιλίας. Ζητήστε να ληφθούν τα δείγματα ταυτόχρονα για να αποφύγετε πολλαπλές αιμοληψίες.
  • Γενικές συμβουλές: Ξεκουραστείτε 10–15 λεπτά πριν την αιμοληψία, αποφύγετε έντονη σωματική άσκηση και στρες, ώστε να ληφθεί σταθερό δείγμα.

Με την κατάλληλη προετοιμασία η εξέταση Αντιθρομβίνης ΙΙΙ θα δώσει αξιόπιστα αποτελέσματα, διευκολύνοντας την έγκαιρη διάγνωση κληρονομικής ή επίκτητης ανεπάρκειας και την ορθή ρύθμιση της αντιπηκτικής αγωγής.

4) Ερμηνεία αποτελεσμάτων Αντιθρομβίνης ΙΙΙ

Η Αντιθρομβίνη ΙΙΙ (AT III) μετράται είτε ως δραστικότητα (%) είτε ως συγκέντρωση (mg/dL) στο πλάσμα. Τα φυσιολογικά επίπεδα διαφέρουν ανά εργαστήριο, αλλά συνήθως κυμαίνονται:

  • Δραστικότητα: 80–120% της φυσιολογικής.
  • Συγκέντρωση: 0,15–0,35 g/L (150–350 mg/L).

Χαμηλή Αντιθρομβίνη ΙΙΙ:

  • Κληρονομική ανεπάρκεια: Τύπος Ι (χαμηλή συγκέντρωση και δραστικότητα) και Τύπος ΙΙ (φυσιολογική συγκέντρωση αλλά μειωμένη δραστικότητα). Προκαλεί αυξημένο κίνδυνο φλεβικής θρομβοεμβολής σε νεαρή ηλικία.
  • Επίκτητες καταστάσεις: DIC (διάχυτη ενδαγγειακή πήξη), σηπτικό shock, ηπατική ανεπάρκεια, νεφρωσικό σύνδρομο, εκτεταμένη κατανάλωση παραγόντων πήξης, μεγάλες χειρουργικές επεμβάσεις, θεραπεία με ηπαρίνη (μπορεί να προκαλέσει μείωση λόγω κατανάλωσης).
  • Κίνδυνος: Θρόμβωση, πνευμονική εμβολή, αποβολές στην κύηση.

Υψηλή Αντιθρομβίνη ΙΙΙ:

  • Σπάνια έχει κλινική σημασία. Μπορεί να παρατηρηθεί σε οξεία φάση φλεγμονής ή μετά από χορήγηση αντιθρομβίνης συμπληρωματικά.

Τι σημαίνει για τον/την ασθενή:

  • Η χαμηλή AT III εξηγεί γιατί κάποιος μπορεί να κάνει θρόμβωση σε νεαρή ηλικία ή να μην ανταποκρίνεται στην ηπαρίνη. Ο γιατρός θα συστήσει εξατομικευμένη αντιπηκτική αγωγή (π.χ. συμπληρωματική αντιθρομβίνη κατά τη διάρκεια εγκυμοσύνης ή χειρουργείου).
  • Η ερμηνεία γίνεται πάντα σε συνδυασμό με πρωτεΐνη C, πρωτεΐνη S, γενετικό έλεγχο θρομβοφιλίας και την κλινική εικόνα.
  • Η έγκαιρη διάγνωση βοηθά στην πρόληψη επιπλοκών όπως πνευμονική εμβολή και υποτροπιάζουσες αποβολές.

Η σωστή αξιολόγηση των αποτελεσμάτων της Αντιθρομβίνης ΙΙΙ από ειδικό ιατρό είναι απαραίτητη για να τεθεί η διάγνωση και να σχεδιαστεί η κατάλληλη προληπτική ή θεραπευτική στρατηγική.

5) Σχετικές εξετάσεις Αντιθρομβίνης ΙΙΙ

Η μέτρηση της Αντιθρομβίνης ΙΙΙ σπάνια γίνεται μόνη της. Συνήθως αποτελεί μέρος ενός εκτενούς προφίλ θρομβοφιλίας ή αντιπηκτικού ελέγχου για να αποκλειστούν ή να τεκμηριωθούν διαταραχές της πήξης.

  • Πρωτεΐνη C και Πρωτεΐνη S: Φυσικοί αντιπηκτικοί παράγοντες που, μαζί με την AT III, εμποδίζουν τη δημιουργία θρόμβων. Η έλλειψη τους αυξάνει τον κίνδυνο θρομβώσεων.
  • Δείκτες γενετικής θρομβοφιλίας: Παράγοντας V Leiden (FV G1691A) και μεταλλάξεις προθρομβίνης (G20210A). Συμπληρωματικοί έλεγχοι για συγγενή υπερπηκτικότητα.
  • Αντιφωσφολιπιδικά αντισώματα: Lupus anticoagulant, αντικαρδιολιπινικά, αντι-β2 γλυκοπρωτεΐνης Ι. Σχετίζονται με επαναλαμβανόμενες αποβολές και αρτηριακές/φλεβικές θρομβώσεις.
  • Δείκτες πήξης: D-Dimer, Fibrinogen, PT/INR, aPTT για να εκτιμηθεί η γενική κατάσταση του αιμοστατικού συστήματος.
  • Ηπαρίνη αντι-Xa επίπεδο: Σε ασθενείς που λαμβάνουν ηπαρίνη για να αξιολογηθεί η επάρκεια της αντιπηκτικής δράσης σε συνδυασμό με την AT III.
  • Γενετικός έλεγχος ελλείψεων AT III: Σε υποψία κληρονομικής ανεπάρκειας για την ταυτοποίηση του τύπου (Ι ή ΙΙ).
  • Απεικονιστικός έλεγχος: Υπερηχογράφημα φλεβών κάτω άκρων, CT/MR αγγειογραφία για ανίχνευση θρομβώσεων που σχετίζονται με ανεπάρκεια AT III.

Ο συνδυασμός των παραπάνω εξετάσεων επιτρέπει στον/στην ιατρό να έχει πλήρη εικόνα της αιμοστατικής ισορροπίας και να σχεδιάσει εξατομικευμένη πρόληψη ή θεραπεία για τον/την ασθενή.

6) Συχνές Ερωτήσεις (FAQ)

Χρειάζεται νηστεία για την εξέταση Αντιθρομβίνης ΙΙΙ;

Όχι. Η μέτρηση της Αντιθρομβίνης ΙΙΙ δεν απαιτεί αυστηρή νηστεία, αλλά συνιστάται να αποφύγετε βαριά γεύματα, καφεΐνη και αλκοόλ για σταθερό δείγμα. Ενημερώστε για φάρμακα που μπορεί να επηρεάσουν την πήξη.

Τι σημαίνει χαμηλή Αντιθρομβίνη ΙΙΙ;

Χαμηλή AT III μπορεί να οφείλεται σε κληρονομική ανεπάρκεια (Τύπου Ι ή ΙΙ) ή σε επίκτητες καταστάσεις όπως DIC, σηπτικό shock, ηπατική ανεπάρκεια, νεφρωσικό σύνδρομο. Αυξάνει τον κίνδυνο φλεβικής θρόμβωσης, πνευμονικής εμβολής και επιπλοκών κύησης.

Τι σημαίνει υψηλή Αντιθρομβίνη ΙΙΙ;

Η αυξημένη AT III είναι σπάνια και συνήθως δεν έχει κλινική σημασία· μπορεί να παρατηρηθεί σε οξεία φάση φλεγμονής ή μετά από χορήγηση συμπληρωματικής αντιθρομβίνης σε νοσοκομειακό περιβάλλον.

Ποια είναι τα φυσιολογικά επίπεδα Αντιθρομβίνης ΙΙΙ;

Συνήθως 80–120% της φυσιολογικής δραστικότητας ή 0,15–0,35 g/L (150–350 mg/L), ανάλογα με τη μέθοδο του εργαστηρίου. Τα επίπεδα μπορεί να διαφέρουν σε εγκυμοσύνη, νεογνά ή οξείες παθήσεις.

Πότε πρέπει να κάνω την εξέταση;

Η εξέταση γίνεται σε ανεξήγητη θρόμβωση, οικογενειακό ιστορικό θρομβοφιλίας, πριν από κύηση ή μεγάλη επέμβαση, σε ανεπαρκή ανταπόκριση στην ηπαρίνη ή κατά τη διερεύνηση αποβολών. Προγραμματίστε την εκτός οξείας φάσης αν είναι δυνατόν.

Επηρεάζουν τα φάρμακα το αποτέλεσμα;

Ναι. Η ηπαρίνη και τα παράγωγά της καταναλώνουν AT III, ενώ τα από του στόματος αντιπηκτικά (βαρφαρίνη), τα αντισυλληπτικά και οι ορμόνες μπορούν να επηρεάσουν τα επίπεδα. Ενημερώστε τον/την μικροβιολόγο πριν την αιμοληψία.

Μπορώ να προλάβω την έλλειψη Αντιθρομβίνης ΙΙΙ;

Η κληρονομική ανεπάρκεια δεν μπορεί να προληφθεί, αλλά μπορεί να ανιχνευθεί έγκαιρα. Η αποφυγή παραγόντων κινδύνου (κάπνισμα, ορμονικά αντισυλληπτικά χωρίς ιατρική καθοδήγηση), η σωστή αντιπηκτική προφύλαξη σε χειρουργείο ή εγκυμοσύνη και η τακτική παρακολούθηση μειώνουν τον κίνδυνο θρόμβωσης.

7) Βιβλιογραφία

Στο Μικροβιολογικό Εργαστήριο Λαμίας πραγματοποιούμε αξιόπιστα τη μέτρηση της Αντιθρομβίνης ΙΙΙ και άλλων εξετάσεων θρομβοφιλίας για τη διάγνωση και παρακολούθηση της πήξης.

📞 +30-22310-66841 – Δευτέρα έως Παρασκευή 07:00–13:30




Το ιατρείο μας από το 2004 παρέχει υψηλού επιπέδου υπηρεσίες διαθέτοντας άρτιο και σύγχρονο εξοπλισμό καθώς επίσης έμπειρο,υπεύθυνο και ανθρώπινο προσωπικό.Προτεραιότητα μας ο ΑΣΘΕΝΗΣ…



Social networks







Τηλέφωνο


2231066841

6972860905



©2023 Παντελής Αναγνωστόπουλος. All rights reserved.

X
Μικροβιολογικό Εργαστήριο Λαμία
Privacy Overview

This website uses cookies so that we can provide you with the best user experience possible. Cookie information is stored in your browser and performs functions such as recognising you when you return to our website and helping our team to understand which sections of the website you find most interesting and useful.